Ο εκβουλγαρισμός της Θράκης. Ο Οργανικός Νόμος της Ανατολικής Ρωμυλίας και οι επιπτώσεις από την εφαρμογή του μέχρι την προσάρτηση (1878 - 1885)
Κωνσταντίνου
Βακαλόπουλου
Ιστορία
του Βόρειου ελληνισμού
ΘΡΑΚΗ
(οι φωτογραφίες επιλογή Yauna)
Ιδιαίτερα
δυσοίωνη διαγραφόταν την επαύριο του συνεδρίου του Βερολίνου η μελλοντική τύχη
του ελληνισμού της Βόρειας Θράκης, της Ανατολικής Ρουμελίας,
που
αν και υστερούσε ποσοτικά απέναντι στους βουλγαρικούς πληθυσμούς,
ωστόσο
κατείχε την οικονομική και την πολιτιστική πρωτοβουλία στην ανάπτυξη του τόπου.
Οι
διαρκείς επεμβάσεις των Ρώσων αξιωματούχων στους διοικητικούς μηχανισμούς της
επαρχίας αυτής προς όφελος του βουλγαρικού στοιχείου και σε βάρος των ελληνικών συμφερόντων καθώς και η συνειδητοποίηση εκ μέρους της
τουρκικής πλευράς ότι η Ανατολική Ρουμελία υπήρξε ουσιαστικά χαμένη για την
Πύλη, συνέβαλαν αποφασιστικά στον ραγδαίο εκβουλγαρισμό της Βόρειας Θράκης.
Απεγνωσμένες
προσπάθειες κατέβαλε κατά την κρίσιμη εκείνη περίοδο ο Έλληνας διπλωματικός
εκπρόσωπος της Φιλιππουπόλεως Αθ. Ματάλας για την βελτίωση του πολιτικού
καθεστώτος του βορειοθρακικού ελληνισμού.
Αθανάσιος Δ. Ματάλας (1836-1922) |
Ο
Αθ. Ματάλας είχε επικεντρώσει την προσοχή του στην καθιέρωση και της ελληνικής
(παράλληλα με την τουρκική και την βουλγαρική) ως επίσημης γλώσσας,
στον
τρόπο καταρτισμού των διαφόρων δικαστηρίων και των διοικητικών συμβουλίων και
στην ρύθμιση της εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας των Ελλήνων και των Βουλγάρων
ιερέων.
Για τα ελληνικά συμφέροντα προείχε πραγματικά κατά
την εποχή εκείνη η αναγνώριση της ελληνικής γλώσσας ως ισότιμης με την τουρκική
και την βουλγαρική οπότε θα εμποδιζόταν ο εκβουλγαρισμός του ελληνικού
στοιχείου, η κατοχύρωση του δικαιώματος όλων των εθνοτήτων ν’ αντιπροσωπεύονται
στα διοικητικά και στα δικαστικά συμβούλια της επαρχίας καθώς και η
οριστικοποίηση της αρμοδιότητας των Ελλήνων και των Βουλγάρων εκκλησιαστικών
εκπροσώπων.
.Η ελληνική γλώσσα σε γραμματόσημο της εποχής εκείνης |
Παρά
τις ρωσσικές πιέσεις ο Ματάλας υποστήριξε
με θέρμη τις ελληνικές θέσεις κατά τις σχετικές συζητήσεις για την κατάρτιση
του Οργανικού νόμου.
Για
τον Έλληνα διπλωματικό εκπρόσωπο το θέμα της γλώσσας ήταν το πιο βασικό.
Για
το μελλοντικό διοικητικό σύστημα θεωρούσε ότι συμφερότερο υπήρξε το οθωμανικό
με μικρές τροποποιήσεις ώστε να κατοχυρώνεται απόλυτα η αντιπροσώπευση του
χριστιανικού στοιχείου.
Το
εκκλησιαστικό ζήτημα χαρακτηριζόταν για την πολυπλοκότητά του εφόσον ο απώτερος
βουλγαρικός σκοπός στόχευε στον εκβουλγαρισμό της Φιλιππουπόλεως, ενώ για τα
ελληνικά συμφέροντα η προσθήκη των παραλίων του Εύξεινου Πόντου,
όπου
έδρευαν 3 μητροπολίτες, κρινόταν σκόπιμη και ευνοϊκότατη.
Στις
14/26 Απριλίου 1879 υπογράφτηκε ο Οργανικός νόμος της Ανατολικής Ρουμελίας, ο
οποίος πρόβλεψε την δημιουργία της τοπαρχίας κάτω από την πολιτική και
στρατιωτική κυριαρχία του σουλτάνου.
Η τοπαρχία θα είχε πρωτεύουσα την Φιλιππούπολη
και θα διαιρούνταν σε 6 νομούς και 26 επαρχίες.
Πρωτεύουσες
των νομών καθορίζονταν
η
Φιλιππούπολη,
το
Τατάρ Παζαρτζίκ,
το
Χάσκιοϊ,
η
Εσκή Ζαγρά,
η
Σήλυμνος και
ο
Πύργος.
Σε
κάθε αστικό δήμο ο δήμαρχος είχε ανάλογα με την πληθυσμιακή σύνθεση 1-3
παρέδρους και δημοτικό συμβούλιο, ενώ σε κάθε αγροτικό ο δήμαρχος διέθετε βοηθό
1 πάρεδρο.
Ο
σουλτάνος διόριζε για 5 χρόνια τον χριστιανό γενικό διοικητή της τοπαρχίας και
έπειτα από την έγκριση των μεγάλων δυνάμεων.
Ο
γενικός διοικητής αναλάμβανε στην συνέχεια, με δική του κρίση, να πλαισιώσει
και να συγκροτήσει τους διοικητικούς μηχανισμούς της τοπαρχίας.
Η Διοίκηση της Ανατολικής Ρωμυλίας. Στο κέντρο καθιστός ο Φαναριώτης Αλέξανδρος Βογορίδης |
Ο
πρώτος γενικός διοικητής της Ανατολικής Ρουμελίας υπήρξε ο Αλέξανδρος Βογορίδης
και διάδοχός του (1883) ο Γαβριήλ Κρέστοβιτς, ο οποίος παρέμεινε μέχρι την
πραξικοπηματική προσάρτηση της επαρχίας στην Βουλγαρία (1885).
Κύριες γλώσσες ορίσθηκαν
η τουρκική, η ελληνική και η βουλγαρική.
Οι
επίσημες πράξεις, οι δημοσιεύσεις, η αλληλογραφία και οι δικαστικές αποφάσεις
των διοικητικών και δικαστικών αρχών των νομών, των επαρχιών και των δήμων θα
γίνονταν στην γλώσσα της πλειοψηφίας του πληθυσμού κάθε περιοχής εκτός αν
υπήρχε μειοψηφία ίση με το μισό τουλάχιστο της πλειοψηφίας οπότε θα
χρησιμοποιούνταν εξίσου και η γλώσσα της μειοψηφίας.
Οι νόμοι της τοπαρχίας,
τα διατάγματα και οι εγκύκλιοι θα συντάσσονταν και στις τρεις γλώσσες.
Όλοι
οι πολίτες της Ανατολικής Ρουμελίας θα απολάμβαναν ίσα δικαιώματα και η
εκπαίδευση θα ήταν ελεύθερη.
Η
τοπαρχία θα συμμετείχε στα γενικά οικονομικά βάρη της οθωμανικής αυτοκρατορίας
με αναλογία 3/10 των προσόδων της.
Τα
προϊόντα της νέας αυτοδιοικούμενης επαρχίας θα κυκλοφορούσαν ελεύθερα σε
ολόκληρη την οθωμανική αυτοκρατορία καθώς και τα εισαγόμενα στην Ανατολική
Ρουμελία.
Ο
Οργανικός νόμος καθόριζε ακόμη το φορολογικό σύστημα, το ζήτημα της
πολιτοφυλακής και τον τρόπο απονομής της δικαιοσύνης.
Η
δικαιοσύνη θα απονεμόταν από τους δημάρχους εκεί, όπου δεν υπήρχαν επαρχιακοί
δικαστές, από τους επαρχιακούς δικαστές, από τα νομαρχιακά δικαστήρια και από
το ανώτατο δικαστήριο.
Από
τον Μάιο του 1879, από τότε δηλαδή που μπήκε ουσιαστικά σ’ εφαρμογή η αυτονομία
της Ανατολικής Ρουμελίας, ανάλαβε την διοίκηση της Βόρειας Θράκης ο βουλγαρικής
καταγωγής Αλέξ. Βογορίδης (Αλέκο πασάς), ενώ τα ρωσικά στρατεύματα εγκατέλειπαν
την περιοχή.
Από
τότε λοιπόν άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για την πορεία του ελληνικού στοιχείου
της Βόρειας Θράκης καθώς εντεινόταν βαθμιαία η ανθελληνική στάση των
βουλγαρικών κομιτάτων
σε
βάρος των ελληνικών κοινοτικών, εκκλησιαστικών και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Gavril
Krastevich
Гаврил
Баев Кръстевич
(1817-1898)
|
Με
την άνοδο στην εξουσία του νέου γενικού διοικητή της Ανατολικής Ρουμελίας,
Γαβριήλ Κρέστοβιτς, στα 1883, διαφάνηκαν πλέον ανάγλυφα οι βουλγαρικοί στόχοι
και εντάθηκαν οι προσπάθειες για την ίδρυση της μεγάλης Βουλγαρίας και την
υλοποίηση του Αγ. Στεφάνου.
Παρά
τις απατηλές υποσχέσεις του ότι θα τηρούσε τον Οργανικό νόμο, ο Κρέστοβιτς
προχώρησε με θεσμικά μέτρα στην απονομή σύνταξης στους μαχητές της βουλγαρικής
λέσχης που είχαν πολεμήσει τους Τούρκους και απαγόρευσε τις δημόσιες
διαδηλώσεις εκ μέρους Ελλήνων και Τούρκων, που έσπευδαν βαθμιαία να εγκαταλείπουν
την Ανατολική Ρουμελία.
Από
τις αρχές του 1885 κορυφώθηκε η ένταση με την πραγματοποίηση δυναμικών
βουλγαρικών συλλαλητηρίων σε διάφορες πόλεις της Βόρειας Θράκης.
Οι διαδηλωτές εξέφραζαν την συμπαράστασή τους
στον αγώνα των συμπατριωτών τους στην Μακεδονία και υπογράμμιζαν με το
περιεχόμενο των λόγων τους τα εχθρικά προς τους Έλληνες και τους Τούρκους
αισθήματά τους.
Αφορμή
για το ξέσπασμα των Βουλγάρων σε βάρος του ελληνικού στοιχείου της Ανατολικής
Ρουμελίας αποτέλεσαν τα θλιβερά γεγονότα της Φιλιππουπόλεως τον Απρίλιο του
1885, όταν οι Έλληνες είχαν σημαιοστολίσει την πόλη λόγω της ονομαστικής
γιορτής του Γεωργίου A '.
Είναι
γεγονός ότι οι ελληνικές ενέργειες για την ανάρτηση των ελληνικών σημαιών στα
σπίτια και στα καταστήματα της Φιλιππουπόλεως πήραν μαζικό και πανηγυρικό
χαρακτήρα ως συνέπεια της συναισθηματικής αντίδρασης και εκτόνωσης από τον
διαρκή κατατρεγμό του ελληνισμού από τους Βουλγάρους.
Φανατικοί
Βούλγαροι έσπευσαν στις 22 Απριλίου να κατεβάσουν τις ελληνικές σημαίες, να
καταστρέψουν και να λεηλατήσουν τα ελληνικά καταστήματα και να κακοποιήσουν
τους αμυνόμενους Έλληνες.
Την
επομένη, στις 23 Απριλίου τού 1885, μπροστά στα αδιάφορα βλέμματα των αρχών, η
σύγχυση γενικεύθηκε και η αναταραχή διογκώθηκε με το ξέσπασμα αλλεπάλληλων
βουλγαρικών επιθέσεων κατά του άμαχου πληθυσμού και των ελληνικών εκκλησιών,
σχολείων και οικιών.
Η
ελληνική εφημερίδα «Φιλιππούπολις» στην γαλλική της έκδοση της 14ης Μαΐου
αντέδρασε με τα παρακάτω:
μπορούν να καταστρέψουν
σε μια ημέρα σ ’ αυτή τη χώρα, σε αυτή την πόλη, μια ελληνική ζωή 2.200
χρόνων;...»
Ο
ίδιος ο Έλληνας διπλωματικός εκπρόσωπος στην Φιλιππούπολη Ν. Γεννάδης έμεινε
έκπληκτος από την απάθεια των αρχών της τοπικής διοίκησης και από τις
βουλγαρικές βιαιοπραγίες.
Για
ν’ αποφευχθούν μάλιστα τα επεισόδια, είχε διατάξει την αφαίρεση των ελληνικών
σημαιών, προκαλώντας το λαϊκό αίσθημα του ελληνικού στοιχείου.
Για
την διαλλακτική στάση που επέδειξε απέναντι στα γεγονότα, όχι μόνο δε
δικαιώθηκε, αλλά θεωρήθηκε υπεύθυνος από την Πύλη, η οποία ζητούσε την
αντικατάστασή του.
Το
διπλωματικό επεισόδιο που προκλήθηκε, κατέληξε στην μετάθεση του Έλληνα
διπλωματικού εκπροσώπου και στην άφιξη του πεπειραμένου από τα μακεδονικά
πράγματα Γ. Δοκού.
Από
τις αρχές του 1885 παρατηρούνταν γενική αναταραχή τόσο στην Μακεδονία όσο και
σε ολόκληρη την Θράκη με την συνεχή διείσδυση βουλγαρικών ανταρτικών σωμάτων
και την ένοπλη δράση των κομιτατζήδων.
Ο
νέος Έλληνας διπλωματικός εκπρόσωπος βρέθηκε μπροστά σε τελεσμένα γεγονότα.
Η
πραξικοπηματική προσάρτηση της Ανατολικής Ρουμελίας ολοκληρωνόταν καθώς
αλλεπάλληλα σώματα Βουλγάρων εθελοντών εδραίωναν την παρουσία τους ανάμεσα
στους ελληνικούς πληθυσμούς.
Λίγες
μέρες αργότερα, μετά τις 6 Σεπτεμβρίου 1885, όταν εκδηλώθηκε το πραξικόπημα, ο
Επ. Φίλων, πρόξενος στην Αδριανούπολη, περιέγραφε συνοπτικά τα συμβάντα:
«Η
Ρωμυλιωτική πολιτοφυλακή στασιάσασα κατά του Γαβριήλ πασά ως ανθενωτικού
ανέτρεψεν αυτόν της αρχής και διώρισε προσωρινήν Κυβέρνησιν υπό την προεδρίαν
του Νάτσεφ, τέως γενικού Γραμματέως της Γεν. Διοικήσεως.
Το
κίνημα υπεβοήθησαν στίφη βουλγαρικά εισβαλόντα εκ Βουλγαρίας.
Η
Προκύρηξη «Ανεξαρτησίας»
της
Ανατολικής Ρωμυλίας.
|
των Ελληνικών πόλεων
Βάρνης,
Πύργου,
Αγχιάλου,
Σωζοπόλεως,
Στενημάχου,
Βοδενών,
Περιστεράς,
Φιλιππουπόλεως και τόσου άλλου ελληνικού πληθυσμού;
Και αφ ’ ου τοιούτος ελληνικός πληθυσμός προώρισται να συγχωνευθή ... είναι φιλάνθρωπον, είναι δίκαιον, ... να προεκτείνωσι τας βουλγαρικάς κινήσεις επί της ελληνικής ζώνης ...;»
Η αφομοίωση των διοικητικών, οικονομικών και πολιτικών θεσμών της Ανατολικής Ρουμελίας και η ένταξή τους στο βουλγαρικό κρατικό σύστημα δεν άφηναν πια περιθώρια για ελληνικές ελπίδες, όπως ομολογούσε και ο Γ. Δοκός στις αρχές του 1886:
« ... επραγματοποιήθη η πλήρης αφομοίωσις των διοικητικών, οικονομικών και περί στρατιωτικής συντάξεως θεσμών της Ρωμυλίας προς τους της Βουλγαρικής Ηγεμονίας, καταργηθεισών πασών των διατάξεων του Οργανικού Νόμου.
Ηδη το περί εκλογής αντιπροσώπων παρά τη εν Σοφία Εθνική Συνελεύσει προμνησθεν διάταγμα καταργεί πάσας τας περί Τοπαρχιακής Συνελεύσεως διατάξεις του Οργανικού Νόμου, συμπληρούν ούτω την αφομοίωσιν των θεσμών των δύο Βουλγαριών.
Άπαντες οι ενταύθα δικαίως θεωρούσιν αδύνατον πλέον την αναβίωσιν της Ρωμυλίας, όπως διερρύθμισεν αυτήν ο Οργανικός Νόμος, απορούσιν δ ' επί τίνι σκοπώ αι υπογράψασαι την Βερολίνειον Συνθήκην Δυνάμεις απεφάσισαν την αναθεώρησιν αυτού, ενώ είναι πασιφανές ότι ανετράπησαν αι βάσεις του Οργανικού Νόμου,
ότι κατηργήθη ούτος ολοσχερώς και ότι είναι αδύνατον άνευ υλικής βίας να δημιουργηθή τάξις πραγμάτων, σύμφωνος ταις διατάξεσιν αυτού, διότι προς τούτο απαιτείται η κατάργησις των ισχυόντων εν Ρωμυλία νόμων της Βουλγαρικής Ηγεμονίας, οίτινες απροσκόπτως λειτουργούντες και κατά το μακρόν χρονικόν διάστημα των εργασιών της επί της αναθεωρήσεως του εν λόγω Νόμου επιτροπής, θα συμπληρώσωσι την αφομοίωσιν.
Αδιστάκτως δε φρονούσιν οι ενταύθα ότι η Αγγλία τουλάχιστον, τη εισηγήσει της οποίας οι εν Σοφία εσπευσαν να πραγματοποιήσωσι την πλήρη αφομοίωσιν των θεσμών, ουδέποτε θα συναινέση όπως βία καταστραφή το έργον της, αφού μάλιστα ανακριβώς νομίζει ότι δια της ούτω πραγματοποιηθείσης ενώσεως αι δύο Βουλγαρίαι απηλλάγησαν πάσης ρωσσικής επιδράσεως ...»
Ακόμη και οι κατάλογοι για τις εκλογές των αντιπροσώπων της Ανατολικής Ρουμελίας στην εθνοσυνέλευση της Σόφιας που είχαν αναρτηθεί στο δημαρχείο της Φιλιππουπόλεως, ήταν γραμμένοι στα βουλγαρικά.
Η τουρκοβουλγαρική συνθήκη της 25ης Μαρτίου / 5 Απριλίου 1886 αναγνώριζε για μια πενταετία τον ηγεμόνα της Βουλγαρίας Αλέξανδρο Βάττεμβεργ ως γενικό διοικητή της Ανατολικής Ρουμελίας, ενώ ειδική μικτή επιτροπή επρόκειτο ν’ ασχοληθεί με την αναθεώρηση του Οργανικού νόμου.
Παρολαυτά η εθνοσυνέλευση της Σόφιας επικύρωσε στις 2/14 Ιουνίου την ένωση.
Ακολούθησε η παραίτηση του ηγεμόνα Αλέξανδρου και το 1886 ο νέος μονάρχης της Βουλγαρίας Φερδινάνδος αναγνωρίσθηκε σύγχρονα από την Πύλη και διοικητής της Ανατολικής Ρουμελίας.
Με την ανακήρυξη της Βουλγαρίας σε ανεξάρτητο βασίλειο τον Οκτώβριο του 1908 καταλύθηκε οριστικά και ο όρος «Ανατολική Ρουμελία».
Πύργου,
Αγχιάλου,
Σωζοπόλεως,
Στενημάχου,
Βοδενών,
Περιστεράς,
Φιλιππουπόλεως και τόσου άλλου ελληνικού πληθυσμού;
Και αφ ’ ου τοιούτος ελληνικός πληθυσμός προώρισται να συγχωνευθή ... είναι φιλάνθρωπον, είναι δίκαιον, ... να προεκτείνωσι τας βουλγαρικάς κινήσεις επί της ελληνικής ζώνης ...;»
Η αφομοίωση των διοικητικών, οικονομικών και πολιτικών θεσμών της Ανατολικής Ρουμελίας και η ένταξή τους στο βουλγαρικό κρατικό σύστημα δεν άφηναν πια περιθώρια για ελληνικές ελπίδες, όπως ομολογούσε και ο Γ. Δοκός στις αρχές του 1886:
« ... επραγματοποιήθη η πλήρης αφομοίωσις των διοικητικών, οικονομικών και περί στρατιωτικής συντάξεως θεσμών της Ρωμυλίας προς τους της Βουλγαρικής Ηγεμονίας, καταργηθεισών πασών των διατάξεων του Οργανικού Νόμου.
Ηδη το περί εκλογής αντιπροσώπων παρά τη εν Σοφία Εθνική Συνελεύσει προμνησθεν διάταγμα καταργεί πάσας τας περί Τοπαρχιακής Συνελεύσεως διατάξεις του Οργανικού Νόμου, συμπληρούν ούτω την αφομοίωσιν των θεσμών των δύο Βουλγαριών.
Άπαντες οι ενταύθα δικαίως θεωρούσιν αδύνατον πλέον την αναβίωσιν της Ρωμυλίας, όπως διερρύθμισεν αυτήν ο Οργανικός Νόμος, απορούσιν δ ' επί τίνι σκοπώ αι υπογράψασαι την Βερολίνειον Συνθήκην Δυνάμεις απεφάσισαν την αναθεώρησιν αυτού, ενώ είναι πασιφανές ότι ανετράπησαν αι βάσεις του Οργανικού Νόμου,
ότι κατηργήθη ούτος ολοσχερώς και ότι είναι αδύνατον άνευ υλικής βίας να δημιουργηθή τάξις πραγμάτων, σύμφωνος ταις διατάξεσιν αυτού, διότι προς τούτο απαιτείται η κατάργησις των ισχυόντων εν Ρωμυλία νόμων της Βουλγαρικής Ηγεμονίας, οίτινες απροσκόπτως λειτουργούντες και κατά το μακρόν χρονικόν διάστημα των εργασιών της επί της αναθεωρήσεως του εν λόγω Νόμου επιτροπής, θα συμπληρώσωσι την αφομοίωσιν.
Αδιστάκτως δε φρονούσιν οι ενταύθα ότι η Αγγλία τουλάχιστον, τη εισηγήσει της οποίας οι εν Σοφία εσπευσαν να πραγματοποιήσωσι την πλήρη αφομοίωσιν των θεσμών, ουδέποτε θα συναινέση όπως βία καταστραφή το έργον της, αφού μάλιστα ανακριβώς νομίζει ότι δια της ούτω πραγματοποιηθείσης ενώσεως αι δύο Βουλγαρίαι απηλλάγησαν πάσης ρωσσικής επιδράσεως ...»
Ακόμη και οι κατάλογοι για τις εκλογές των αντιπροσώπων της Ανατολικής Ρουμελίας στην εθνοσυνέλευση της Σόφιας που είχαν αναρτηθεί στο δημαρχείο της Φιλιππουπόλεως, ήταν γραμμένοι στα βουλγαρικά.
Η τουρκοβουλγαρική συνθήκη της 25ης Μαρτίου / 5 Απριλίου 1886 αναγνώριζε για μια πενταετία τον ηγεμόνα της Βουλγαρίας Αλέξανδρο Βάττεμβεργ ως γενικό διοικητή της Ανατολικής Ρουμελίας, ενώ ειδική μικτή επιτροπή επρόκειτο ν’ ασχοληθεί με την αναθεώρηση του Οργανικού νόμου.
Παρολαυτά η εθνοσυνέλευση της Σόφιας επικύρωσε στις 2/14 Ιουνίου την ένωση.
Ακολούθησε η παραίτηση του ηγεμόνα Αλέξανδρου και το 1886 ο νέος μονάρχης της Βουλγαρίας Φερδινάνδος αναγνωρίσθηκε σύγχρονα από την Πύλη και διοικητής της Ανατολικής Ρουμελίας.
Με την ανακήρυξη της Βουλγαρίας σε ανεξάρτητο βασίλειο τον Οκτώβριο του 1908 καταλύθηκε οριστικά και ο όρος «Ανατολική Ρουμελία».
http://pirforosellin.blogspot.gr/
- Επιτρέπεται η αναδημοσίευση του περιεχομένου της ιστοσελίδας εφόσον
αναφέρεται ευκρινώς η πηγή του και υπάρχει ενεργός σύνδεσμος(link ). Νόμος
2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου